τὰ ὑπὸ ἐμοῦ διδόμενα τεθήσεται ἐν τῷ ἱερῷ → what I give will be put in the temple
ή, όν :c. Ἀχαϊκός.
Ἀχαιϊκός: -ή, -όν (Ἀχαιός), αυτός που ανήκει ή ταιριάζει στους Αχαιούς, ο Αχαϊκός, σε Αισχύλ., Ευρ.