κατακαιέμεν

From LSJ
Revision as of 23:40, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn

Menander, Monostichoi, 524

French (Bailly abrégé)

inf. prés. épq. de κατακαίω.

Greek Monotonic

κατακαιέμεν: Επικ. αντί -καίειν, απαρ. του κατακαίω.