Λυποῦντα λύπει, καὶ φιλοῦνθ' ὑπερφίλει → Illata mala repende; amantem magis ama → Den kränke, der dich kränkt, und liebe den, der liebt
Menander, Monostichoi, 322Greek (Liddell-Scott)
κεφᾰλῆφι: -ῇφι, Ἐπ. γεν. καὶ δοτ. τοῦ κεφαλή, Ὅμ.
French (Bailly abrégé)
gén. et dat. épq. de κεφαλή.
Greek Monotonic
κεφᾰλῆφι: -ῇφι, Επικ. γεν. και δοτ. του κεφαλή.