Λεωκόρειον

Revision as of 00:04, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

English (LSJ)

τό,

   A the temple of the daughters of Leos, Th.1.20, 6.57.

Greek Monotonic

Λεωκόρειον: τό (κόρη), ηρώο στην Αθήνα που χτίστηκε από τους Αθηναίους στη μνήμη των δύο θυγατέρων του Λεώ, ο οποίος τις παρέδωσε στη σφαγή για να σωθεί η πόλη, σε Θουκ.