ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
το, Ν1. χρήμα μικρής αξίας2. στον πληθ. τα ψιλικάείδη μικρεμπορίου.[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του αρχ. ψιλικός].