οντος, ὁ, ἡ,
A with large teeth, gloss on ἀργιόδους, EM 137.6.
[Seite 106] οντος, großzahnig, E. M. 137, 6.
μεγᾰλόδους: ὁ, ἡ, ὁ ἔχων μεγάλους ὀδόντας, Ἐτυμ. Μέγ. 137. 6.