μονθύλευσις
From LSJ
ἐρημία μεγάλη 'στὶν ἡ Μεγάλη Πόλις → the Great City is a great wasteland
German (Pape)
[Seite 202] ἡ, = ὀνθύλευσις, μονθυλεύω, = ὀνθυλεύω, von Phryn. verworfen, s. Lob. 356 u. Schweigh. zu Ath. I p. 50.
ἐρημία μεγάλη 'στὶν ἡ Μεγάλη Πόλις → the Great City is a great wasteland
[Seite 202] ἡ, = ὀνθύλευσις, μονθυλεύω, = ὀνθυλεύω, von Phryn. verworfen, s. Lob. 356 u. Schweigh. zu Ath. I p. 50.