μὴ κακὸν εὖ ἔρξῃς· σπείρειν ἴσον ἔστ' ἐνὶ πόντῳ → do no good to a bad man; it is like sowing in the sea
τρισευκλεής: -ές, πάνυ εὐκλεής, τρισένδοξος, Θεόδ. Πρόδρ. ἐν Notitt. Mss. τόμ. 8, μέρ. 2, σελ. 163.