βακχεύματα

From LSJ
Revision as of 07:00, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (7)

σμικρὰ ὀνείρατα λέλειπται → faint and shadowy traces remain, small vestiges remain

Source

French (Bailly abrégé)

άτων (τά) :
fêtes ou mystères de Bacchus.
Étymologie: βακχεύω.

Greek Monolingual

βακχεύματα, τα (Α) βακχεύω
τα βακχικά όργια.