τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
ἤλυξα: ἴδε ἐν λ. ἀλύσκω.
ao. de ἀλύσκω.
ἤλυξα: αόρ. αʹ του ἀλύσκω.