τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out
(I)
καινῶ, -έω (Α) καινός
επιζητώ νεωτερισμούς.———————— (II)
καινῶ, -όω (Α) καινός
1. καθιστώ κάτι νέο, μεταβάλλω, αλλάζω
2. τελώ τα εγκαίνια ενός οικοδομήματος, εγκαινιάζω
3. ανακαινίζω, ανανεώνω.