περίγυρα

From LSJ
Revision as of 12:04, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (32)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66

Greek Monolingual

(I)
Ν
επίρρ.
ολόγυρα, τριγύρω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + γύρω + επιρρμ. κατάλ. -α].———————— (II)
τὰ, Μ
1. τα περίχωρα
2. οι άνθρωποι τών περιχώρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + γύρος + κατάλ. -α (πρβλ. περίχωρα)].