πανοικίᾳ
From LSJ
Λιμὴν ἀτυχίας ἐστὶν ἀνθρώποις τέχνη → Ars est hominibus portus infortunii → Vor Unglück bietet Menschen Zuflucht Kunstverstand
Greek Monotonic
πᾰνοικίᾳ: Ιων. -ίῃ, επίρρ. (η ονομ. πανοικία δεν χρησιμ.)· ολόκληρο το σπίτι, όλος ο οικιακός εξοπλισμός, νοικοκυριό, σε Ηρόδ.