Καλὸν τὸ γηρᾶν καὶ τὸ μὴ γηρᾶν πάλιν → Res pulchra senium, pulchra non senescere → Schön ist das Altsein, doch nicht alt sein wieder auch
-ές (ΑΜ ὀξυτελής, -ές)
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ο οξυτελής
εντομολ. γένος μικρών κολεόπτερων εντόμων
μσν.-αρχ.
αυτός που λήγει σε οξύ άκρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ- + -τελής (< τέλος), πρβλ. ημι-τελής].