Οἷς μὲν δίδωσιν, οἷς δ' ἀφαιρεῖται τύχη → Fortuna multos spoliat, alios munerat → Den einen gibt, den andern aber nimmt das Glück
adv.
Especially: P. and V. μάλιστα, P. ἐν τοῖς μάλιστα, διαφερόντως. Strangely: P. ἀτόπως.