Κερκυραϊκός
From LSJ
Ἡ βουλὴ καὶ ὁ δῆμος ἐτίμησεν... → The Council and the People honored... (inscription in the Roman city of Aizonai)
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
c. Κερκυραῖος.
Étymologie: Κέρκυρα.
Russian (Dvoretsky)
Κερκῡραϊκός: = Κερκυραῖος I: τὰ Κερκυραϊκά Thuc. керкирские события.