ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει → a fox, which, by spreading itself out, wards off the eagle's swoop
hold a brief for: see advocate.
short: P. and V. βραχύς, μικρός, σμικρός, ὀλίγος.
brief of speech: P. βραχύλογος.
concise: P. and V. σύντομος.
γράμμα, γραφή, δέλτος