posterity
From LSJ
Λόγος διοικεῖ τὸν βροτῶν βίον μόνος → Mortalium res sola regit oratio → Der Menschen Leben ordnet Redekunst allein
English > Greek (Woodhouse)
substantive
descendant: P. and V. ἔκγονος, ὁ or ἡ.
later generations: P. and V. οἱ ἔπειτα, P. οἱ ἐπιγιγνόμενοι, V. ὕστεροι, οἱ, μεθύστεροι, οἱ, ἔκγονα, τά, οἱ ἐπίσποροι.