ἡ, A v. εἰκοστός 11.
εἰκοστή: ἡ, ἴδε εἰκοστὸς ΙΙ.
εἰκοστή: ἡ, βλ. εἰκοστός II.
εἰκοστή: ἡ (sc. μερίς) двадцатая часть, т. е. 5% -ый налог (τῶν γιγνομένων Thuc.).
v. εἰκοστός II.