Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
[Seite 27] ὁ, der Ehebrecher, Orac. Sib.
λεκτροκλόπος: (κλέπτω) μοιχός, Χρησμ. Σιβυλλ. 1. 178.
λεκτροκλόπος, ὁ (Α)μοιχός.[ΕΤΥΜΟΛ. < λέκτρον + -κλόπος (< κλέπτω), πρβλ. κυνο-κλόπος, φρενο-κλόπος].