Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
μεράδιος, -ον (Μ)χωρισμένος σε μέρη. επίρρ...μεραδίως (Μ)σε πολλά σημεία, σε πολλά μέρη.[ΕΤΥΜΟΛ. < μέρος + κατάλ. -άδιος (πρβλ. θνητ-άδιος, μεσ-άδιος)].