Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn
P. and V., κρέα βόεια, τά (Euripides, Fragment, and Plato).
of beef, adj.; P. and V. βόειος.