πρεσβήϊος
From LSJ
ἔνδον σκάπτε, ἔνδον ἡ πηγή τοῦ ἀγαθοῦ καί ἀεί ἀναβλύειν δυναμένη, ἐάν ἀεί σκάπτῃς → Dig within. Within is the wellspring of Good; and it is always ready to bubble up, if you just dig. | Look within. Within is the fountain of the good, and it will ever bubble up, if thou wilt ever dig.
-ον, Α
ιων. τ.
1. σεβάσμιος
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ πρεσβήϊον
πρεσβείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρέσβυς + κατάλ. -ήϊος (πρβλ. πολεμ-ήϊος)].
πρεσβήϊος: высокий, священный (θεοῦ ὄμμα Anth.).