ἄλσωμα
English (LSJ)
German (Pape)
[Seite 110] τό, Hain, LXX.
Greek (Liddell-Scott)
ἄλσωμα: τό, = ἄλσος, Ἀκύλας Βασ. Δ΄, κγ΄, 4, ἄλσωμα περιβώμιον, Σύμμ.
Spanish (DGE)
-ματος, τό soto, bosquededicado a Baal, Aq.4Re.23.4.
[Seite 110] τό, Hain, LXX.
ἄλσωμα: τό, = ἄλσος, Ἀκύλας Βασ. Δ΄, κγ΄, 4, ἄλσωμα περιβώμιον, Σύμμ.
-ματος, τό soto, bosquededicado a Baal, Aq.4Re.23.4.