v. ὠθέω. ἔωσι, Ion. for ὦσι, 3pl. pres. subj. of εἰμί (sum).
v. ὠθέω.
ἔωσα: ἴδε ὠθέω.
ἔωσα: ἐώσθην, Ενεργ. και Παθ. αόρ. αʹ του ὠθέω.
ἔωσα: aor. к ὠθέω.