ἀμφιλόγως
From LSJ
Κέρδος πονηρὸν ζημίαν ἀεὶ φέρει → Quaestus iniquos damna consequi solent → Unehrlicher Gewinn trägt immer Strafe ein
French (Bailly abrégé)
adv.
c. ἀμφιλέκτως.
Étymologie: ἀμφίλογος.
Russian (Dvoretsky)
ἀμφιλόγως: Aesch. = ἀμφιλέκτως.