οἰνόπεδον
From LSJ
Τοὺς τῆς φύσεως οὐκ ἔστι λανθάνειν (μανθάνειν) νόμους → Legibus naturae non potest evadier → Naturgesetze keiner insgeheim verletzt
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
vignoble.
Étymologie: οἰνόπεδος.
Russian (Dvoretsky)
οἰνόπεδον: τό виноградник Hom., Theocr., Plut.