ῥύπος γυνὴ πέφυκεν ἠργυρωμένος → woman is silver-plated dirt, woman is dirt covered with silver
ης, ες :prudent, sage.Étymologie: πύκα, μῆδος.
πῠκῐμήδης: и πῠκῐμηδής 2 (благо)разумный Hom., HH.