ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
-η, -ο, Ν
κατασκευασμένος από σύρμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σύρμα, -ατος + κατάλ. -ινος (πρβλ. λίθ-ινος). Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στον Αθ. Σακελλάριο].