φιγουρατζής

From LSJ
Revision as of 12:47, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (45)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ταμιεῖον ἀνθρώποισι σωφροσύνη μόνη → Magnum horreum est hominibus temperantia → Ihr Vorratsschatz ist Menschen Mäßigung allein

Menander, Monostichoi, 505

Greek Monolingual

ο, θηλ. φιγουρατζού, Ν
αυτός που του αρέσει να κάνει φιγούρες, να επιδεικνύεται.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιγούρα + κατάλ. -ατζής (πρβλ. καβγ-ατζής)].