v. κολοκύνθη:—Dim. κολοκύντ-ιον, τό, Phryn.Com.61.
[Seite 1474] ἡ, s. κολοκύνθη.
att. c. κολοκύνθη.
κολοκύντη: ἡ Arph. = κολοκύνθη.
κολοκύντη: ἡ, ἴδε ἐν λέξ. κολοκύνθη.
κολοκύντη, ἡ (Α)(αττ. τ.) βλ. κολοκύνθη.