ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι → narrowly missed destroying
adj.
P. and V. μέγας, V. εὔογκος (Eur., Frag.), Ar. ὑπέρμεγας, P. ὑπερμεγεθής, ὑπέρογκος.
Fat: P. and V. εὐτραφής, Ar. and P. παχύς.