Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τρυγητός

From LSJ
Revision as of 09:24, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_23)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Σαυτὸν φύλαττε τοῖς τροποῖς ἐλεύθερον → Te liberum ipse moribus praesta tuis → Bewahre deine Freiheit dir durch deine Art

Menander, Monostichoi, 485

Greek (Liddell-Scott)

τρυγητός: καὶ τρύγητος, ὁ, (τρῠγάω) τὸ τρυγᾶν, ἡ συγκομιδὴ τῶν καρπῶν, Πλούτ. 2. 671D, Λουκ. Φιλοψ. 22, κλπ., ἴδε Πολυδ. Α΄, 61. 2) ὡς καὶ νῦν, ἡ ἐποχὴ τῆς συγκομιδῆς, τρύγος, Θουκ. 4. 84, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 5. 1, 2. ΙΙ. = τρύγη, ὁ συγκομισθεὶς καρπός, «εἰσοδεία», Γραμμ. (Οἱ Γραμμ. ἐπιχειροῦσι νὰ διακρίνωσι τὴν σημασίαν ταύτην διὰ τοῦ τονισμοῦ, ἴδε ἐν λέξ. ἄμητος)· «τρύγητος ὁ καιρὸς μονογενῶς, τρυγητὸς δὲ τὸ τρυγώμενον» Ἀρκάδ. 81, 26. - Πρβλ. καὶ Θεογνώστ. Καν. 75, 13: «τρύγητος καὶ ἄμητος προπαροξυνόμενα ἐπὶ καιροῦ λαμβάνεται· ἐπὶ γὰρ τῶν πράξεων ὀξύνεται», ἴδε καὶ Σουΐδ. καὶ Ἡσύχ. ἐν λέξ.