A f.l. for γεώδης in Plb.2.15.8.
[Seite 470] Pol. 2, 15, 8, f. l., Bekker hat γεώδης.
γαιώδης: ἐσφαλμ. γραφὴ ἀντὶ τοῦ γεώδης παρὰ Πολυβ. 2. 15, 8, Ἡσύχ. ἐν λ. Σκυρία.