ὁ, (δαίω B)
A allotment of land, IG14.352ii23 (Halaesa). II rule of distribution, IG12(5).50 (Naxos).
δαιθμός: ὁ, (δαίω Β) διαίρεσις, ὅριον, Συλλ. Ἐπιγρ. 5594. 23.