Δίκτυννα
English (LSJ)
ἡ, (δίκτυον) epith. of Artemis as
A goddess of the chase, Hdt.3.59, E.Hipp.145 (lyr.), etc.:—hence Δικτυνναῖος, ὁ (sc. μήν), name of month in Crete, GDI5173.
Greek (Liddell-Scott)
Δίκτυννα: ἡ, (δίκτυον) ἐπίθ. τῆς Ἀρτέμιδος ὡς θεᾶς τῆς θήρας, Ἡρόδ. 3. 59, Εὐρ. Ἱππ. 146, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
la Chasseresse aux filets (Artémis).
Étymologie: δίκτυον.