Γνώμης γὰρ ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται → Proba sunt illius facta, cui mens est proba → Aus edler Einstellung erwächst die edle Tat
ἀσπαλιεύομαι (Α) ασπαλιεύς1. ψαρεύω2. (για εραστή) πιάνω στο αγκίστρι μου, σαγηνεύω.