ἀμήχανον τέχνημα καὶ δυσέκδυτον → unmanageable garment which he could not strip off
ἀγρεμὼν (-όνος), ο (AM)κυνηγός [με την ίδια σημασία απαντά ήδη στη Μυκηναϊκή (a-ke-re-mo)].