οἶνος τῷ φρονεῖν ἐπισκοτεῖ → wine clouds one's mind, wine clouds one's judgement
κρημνιστός: -ή, -όν, κρημνισθείς, Γρηγ. Ναζ. τ. 2, σ. 237.
κρημνιστός, -ή, -όν (Α) κρημνίζωγκρεμισμένος.