ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you
-οναυτός που αναδίδει ήχο όμοιο μ' εκείνον που αναδίδεται από κρουόμενο άργυρο, ο εύηχος (ιδίως για φωνή ή γέλιο).[ΕΤΥΜΟΛ. < άργυρος + ήχος. Η λ. μαρτυρείται από το 1860 στον Άγγελο Βλάχο].