πληγέντες αὐτόχειρι σὺν μιάσματι → brothers smitten by mutual slaughter
η (Μ ἀρματωσιά)1. πολεμικά εφόδια, εξοπλισμός2. οπλισμός, πανοπλίανεοελλ.1. τα ξάρτια του πλοίου2. το σύνολο των κοσμημάτων μιας ενδυμασίας3. τα χρυσά κεντήματα φορεσιάςμσν.η σέλα του αλόγου.