διαβολοσκόρπισμα

From LSJ
Revision as of 07:03, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich

Menander, Monostichoi, 341

Greek Monolingual

το 1. αυτό που εξαφανίζεται, που εξανεμίζεται
2. παροιμ. «ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα» — χάνονται, σκορπίζονται αυτά που άνομα αποκτήθηκαν.