ημιθωράκιο

From LSJ
Revision as of 07:16, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ζήτει συναγαγεῖν ἐκ δικαίων τὸν βίον → Vitam ex honestis tibi para negotiis → Erwirb dir nur gerechten Lebensunterhalt

Menander, Monostichoi, 196

Greek Monolingual

το (Α ημιθωράκιον)
το πρόσθιο μισό μέρος του θώρακα, δεξιό ή αριστερό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + θωράκ-ιο(ν) (< θ. θωρακ- του θώραξ, -ακος + υποκορ. κατάλ. -ιον, πρβλ. παιδ-ίον)].