πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
ἡμικλίβανος, ὁ (Α)πάπ. το μισό μέρος ενός κλιβάνου χωρισμένου στα δύο, το μισοφούρνι.