ημιούγκιον
From LSJ
Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau
Greek Monolingual
ἡμιούγκιον και ἡμιούγγιον, το (Α)
μισή ουγκιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -ουγκιον (< ουγκιά + κατάλ. -ιον)].