ιδίως
From LSJ
καὶ τοσαύτῃ περιουσίᾳ χρήσασθαι πονηρίας → in the veriest extravagance of malice
Greek Monolingual
(ΑΜ ἰδίως)
επίρρ. βλ. ίδιος (Ι).
καὶ τοσαύτῃ περιουσίᾳ χρήσασθαι πονηρίας → in the veriest extravagance of malice
(ΑΜ ἰδίως)
επίρρ. βλ. ίδιος (Ι).