Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
ο1. μάλλινο ή τρίχινο πεπιεσμένο ύφασμα, πίλημα2. είδος τάπητα που γίνεται από τέτοιο ύφασμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kece].