κονταριά

From LSJ
Revision as of 07:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich

Menander, Monostichoi, 341

Greek Monolingual

και κονταρά, η (Μ κονταρέα και κονταριά και κονταρά) [[[κοντάρι]](ον)]
χτύπημα με κοντάρι («εις τ' άρματα τσι κεφαλής δυο κονταρές χτυπούσι», Ερωτόκρ.).