τὴν ἐρημίαν τῶν κωλυσόντων ὁρῶν → seeing that there would be none to hinder him
τολιθογραφημένη εικόνα, λιθογραφία.[ΕΤΥΜΟΛ. < λιθογραφῶ. Η λ. μαρτυρείται από το 1841 στον Αλεξ. Ραγκαβή].