οιστρόδονος
From LSJ
Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
Greek Monolingual
οἰστρόδονος, -ον (Α)
(ποιητ. τ.) βλ. οιστροδόνητος.
Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
οἰστρόδονος, -ον (Α)
(ποιητ. τ.) βλ. οιστροδόνητος.